1975: Φάρος Τρικερίου. Ο πρώην νομάρχης Βόλου Σταύρος Σούλας βρίσκεται δολοφονημένος μετά τη συνάντησή του με τον ηγούμενο των Μετεώρων. Ο νοσταλγός της επταετίας, διοικητής της χωροφυλακής Βόλου Ηλίας Μπάρδας αναθέτει την υπόθεση στον υποβαθμισμένο τα προηγούμενα χρόνια υπομοίραρχο Μάνο Πετράκη, στο πλαίσιο των άνωθεν πιέσεων για φρέσκο αίμα στα σώματα ασφαλείας. Ποντάρει στην αποτυχία του. Ο άπειρος υπομοίραρχος ξεκινάει την αναζήτηση του δολοφόνου από τα Μετέωρα. Η αλληλουχία των γεγονότων θα τον οδηγήσει από τον Πολιτικό στον Έμπορο και μετά στον Αγρότη και τον Αστυνομικό. Ξεδιαλύνοντας την υπόθεση, θα βρεθεί αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο σκάνδαλο στα χρόνια της χούντας, με πιέσεις και εμπόδια από την ίδια τη χωροφυλακή και με μια διαδικασία η οποία θα τον οδηγήσει στη ριζική αναθεώρηση του τρόπου προσέγγισης του νόμου, των κανόνων και της ίδιας της ζωής.
1967: Τρεις βασανιστές δείχνουν πού μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος όταν υποκινείται από το μίσος.
Το Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα για την κατάχρηση της εξουσίας και το μίσος ενάντια σε καθετί διαφορετικό. Σε έναν κόσμο όπου οι λύκοι φυλούν τα πρόβατα, τι πρέπει να κάνει ο αδικημένος για να βρει δικαιοσύνη;
Παρουσίαση στη Bookpress από τη Χίλντα Παπαδημητρίου
Στο προηγούμενο μυθιστόρημά του, το Τοκορόρο, ο συγγραφέας μάς είχε μεταφέρει στις Ηνωμένες Πολιτείες με μια ιστορία που ξεκινούσε λίγο πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο και έφτανε ως τις αρχές της δεκαετίας του ’60, μια δουλειά που απαιτούσε μεγάλη και εις βάθος έρευνα για να επιτύχει την αληθοφάνεια που διέθετε το βιβλίο του. Και στο καινούργιο μυθιστόρημά του έκανε σημαντική ιστορική έρευνα, αφού ξεκινώντας από την αρχή της μεταπολίτευσης και την ανύπαρκτη αποχουντοποίηση των σωμάτων ασφαλείας, επιστρέφει ως τις αδιάρρηκτες σχέσεις της αστυνομίας με πολιτικούς και τοπικούς παράγοντες του Βόλου στα χρόνια της δικτατορίας. Οι ουσιαστικές απαρχές της ιστορίας ανάγονται στα βασανιστήρια που διεξάγονταν στα κρατητήρια της ασφάλειας και στα στρατόπεδα πολιτικών κρατουμένων. Η έρευνά του αναδύει με ρεαλισμό τις σάπιες, αρρωστημένες σχέσεις πολιτείας, αστυνομίας και εκκλησίας, και το προστατευτικό τείχος γύρω από τις σχέσεις αυτές που μοιάζει ακατάλυτο. Ο ήρωας του βιβλίου είναι ο υπομοίραρχος Μάνος Πετράκης, νέος σχετικά στη χωροφυλακή, ο οποίος από εκεί που ασχολείται μόνο με γραφειοκρατικές εργασίες, βρίσκεται με ένα φόνο προς εξιχνίαση στα χέρια. Νεκρός είναι ο χουντικός πρώην νομάρχης, ενώ στην υπόθεση εμπλέκεται και ο ηγούμενος μιας μονής των Μετεώρων. Εκτός από ένα κύκλωμα παιδεραστίας, τι άλλο μπορεί να κρύβεται πίσω από τον φόνο; Ο υπομοίραρχος, μέσα σ’ ένα ιδιαίτερα εχθρικό κλίμα, θα φτάσει στα ίχνη ενός πολιτικού, ενός εμπόρου, ενός αγρότη κι ενός αστυνομικού που θησαύρισαν επί δικτατορίας και δεν σκοπεύουν να παραδώσουν εύκολα τα προνόμιά τους. Κι άλλωστε, ο ίδιος ο υπομοίραρχος έχει τους δικούς του εφιάλτες να τον καταδιώκουν στη διάρκεια της εξιχνίασης.
Ένα θεσσαλικό αστυνομικό μυθιστόρημα, με ανατριχιαστικό ιστορικό υπόβαθρο και λιτές αλλά όμορφα δουλεμένες περιγραφές της περιοχής, των ντόπιων και των συνηθειών τους τη δεκαετία του ’70. Ξεφεύγοντας από την πεπατημένη των περισσότερων αστυνομικών βιβλίων, χαράζει ένα δικό του δρόμο που αναδύεται πολύ ενδιαφέρων, όπως και ο συγγραφέας του.
Bookpress 19/05/2021
Συνέντευξη του συγγραφέα στον Κώστα Στοφόρο για την εφημ. Δρόμος της αριστεράς
Ο Γιάννης Μόσχος, ήδη από το πρώτο του μυθιστόρημα, το Τοκορόρο έδειξε όχι μόνο το συγγραφικό του ταλέντο, αλλά και τη διάθεσή του να ασχοληθεί με το πολιτικό αστυνομικό μυθιστόρημα, ξεφεύγοντας από την πεπατημένη τόσο με την επιλογή του θέματος, όσο και με τον τρόπο γραφής. Το νέο του μυθιστόρημα «Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι» που κυκλοφορεί –όπως και το προηγούμενο– από τις εκδόσεις Τόπος, επιβεβαιώνει αυτή του την επιλογή.
Διαδραματίζεται στην περίοδο της Δικτατορίας και στα χρόνια της Μεταπολίτευσης κυρίως στον Βόλο. Πέρα από τον κεντρικό του ήρωα, έναν αστυνομικό περιθωριοποιημένο και ομοφυλόφιλο, οι τέσσερις βασικοί του πρωταγωνιστές, είναι αυτό που λέει και ο τίτλος: «Καθάρματα». Πηγή έμπνευσης του συγγραφέα είναι το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει στα χρόνια της Χούντας με τα περίφημα «Κρέατα του Μπαλόπουλου», σάπια κρέατα από τη Ροδεσία που μέσα από ένα σύστημα διαπλοκής διοχετεύθηκαν στην ελληνική αγορά. Η αποκάλυψη του σκανδάλου είχε οδηγήσει σε ξεκαθαρίσματα μεταξύ των στελεχών της δικτατορίας.
Το μυθιστόρημα, ένα συναρπαστικό νουάρ, αποκαλύπτει χρησιμοποιώντας τον μανδύα της μυθοπλασίας, όλο το παρασκήνιο των συναλλαγών και της διαφθοράς που κυριάρχησε εκείνα τα χρόνια κι έχει αποτυπώσει και ο Διονύσης Ελευθεράτος στα «Λαμόγια στο χακί». Οι βασανιστές της Χούντας γίνονται ευυπόληπτοι πολίτες και η Μεταπολίτευση αφήνει επί της ουσίας αλώβητους τους μηχανισμούς, κάνοντας κινήσεις κυρίως για το «θεαθήναι».
Η ατιμωρησία που υπήρξε γίνεται φανερή μέσα από το μυθιστόρημα…
Διαβάστε τη συνέντευξη εδώ
Κ. Στοφόρος, Δρόμος της Αριστεράς 08.06.2021
Παρουσίαση στο ogdoo.gr από τον Κώστα Μπαλαχούτη
(...) Ο Γιάννης Μόσχος στήνει ένα αδρό κάδρο για τη διαφθορά που βασίλεψε στα χρόνια της δικτατορίας με αφορμή τα περίφημα «Κρέατα του Μπαλόπουλου», σάπια κρέατα από τη Ροδεσία που μέσα από μια αλυσίδα διαπλοκής διοχετεύθηκαν στην ελληνική αγορά. Σκιτσάρει καίρια το πριν και το μετά, όταν «πολιτικοί», βασανιστές και επιχειρηματίες τζογαδόροι της χούντας μετατράπηκαν στο μεταπολιτευτικό σκηνικό σε αγαθούς και ευυπόληπτους «παίκτες» με διαφορετικές στην ταμπέλα, αλλά επί της ουσίας ίδιες, εξουσίες.
Μοιραία σε κάποια «πιόνια» ξηλώθηκαν τα γαλόνια τους, με προβληματική προσαρμογή απ’ τα σαλόνια στα αλώνια, με αποτέλεσμα «κελάϊδισμα» που οδηγεί σε αποκαλύψεις και φόνους. Πέρα όμως από την γερή κορνίζα, το χέρι του Μόσχου δημιουργεί δεξιοτεχνικές πινελιές που οδηγούν σε μια στέρεη ζωγραφιά κεντημένες και με αρκετή μουσική… δική μας αλλά και διεθνή. Μότο των Beatles και του Dylan έχουν την τιμητική τους. Επίσης καίρια είναι η αποτύπωση του ιδιαίτερου «μικροκλίματος» της ελληνικής επαρχίας και των πολλαπλών επιπέδων του, ορατών και αοράτων στη καθημερινότητα της ζήσης. (...) Τέλος, παρά το αναμφισβήτητο λογοτεχνικό καδράρισμά του, είναι άμεσο και κελαρτιστό, σχεδόν έτοιμα γραμμένο για να μεταφερθεί στη μεγάλη ή και μικρή οθόνη. Τρέχω για να διαβάσω και το προηγούμενο πόνημα του Μόσχου, το «Τοκορόρο».
Διαβάσε εδώ όλη την παρουσίαση
Κ. Μπαλαχούτης, 27.10.2021
Φονικά πάθη παρουσίαση στον Αναγνώστη
γράφει ο Ηλίας Καφάογλου
(...) το αστυνομικό μυθιστόρημα του Μόσχου εδράζεται σε συγκεκριμένο πολιτικό υπόβαθρο, με συγκεκριμένες και σαφείς πολιτικές αναφορές και, από αυτή την άποψη, διαβάζουμε ένα πολιτικό μυθιστόρημα. Η μαστοριά του Μόσχου, όπως, άλλωστε, και στο προηγούμενο μυθιστόρημά του είχε αναδυθεί, βρίσκεται στο ότι δεν εκπίπτει σε λόγο καταγγελτικό, ούτε καταθέτει ένα μανιφέστο-ντοκουμέντο για τις μέρες και τα έργα της Επταετίας, απόνερα της οποίας λίμναζαν ακόμα κατά την πρώτη περίοδο της Μεταπολίτευσης – το έργο, η έρευνα του Μάνου Πετράκη εμποδίζεται από τη Χωροφυλακή και κάποιοι από τους έμπλεους μίσους για το αλλότριο και διαφορετικό βασανιστές κυκλοφορούν ελεύθεροι, όπως αυτοί που συναντά ο Πετράκης, τοποθετημένοι σε καίριες θέσεις, στην προσπάθειά του να διαλευκάνει τα κίνητρα της δολοφονίας, αλλά να βρει και τον δικό του δρόμο, να ανασυνθέσει τη δική του ταυτότητα ως ανθρώπου και δημόσιου λειτουργού, αυτός που καταπιέστηκε χωρίς, πάντως, να συνθλιβεί. Υπό αυτή την έννοια, το μυθιστόρημα του Μόσχου, στο οποίο εξεικονίζεται το κλίμα εκτός μεγάλων αστικών κέντρων κατά την πρώτη περίοδο της Μεταπολίτευσης, κλίμα που ο συγγραφέας καλά γνωρίζει καλά λόγω τόπου καταγωγής, θα μπορούσε να διαβαστεί ως κείμενο για την ανθρώπινη συνθήκη σε χαλεπούς καιρούς, σε συνθήκες που επωάζουν παραβατικές συμπεριφορές. Ακριβώς αυτές οι παραβατικές, έκνομες συμπεριφορές οδηγούν τους φορείς τους σε οριακές εκδηλώσεις – οι βασανισμοί είναι ένα μόνον παράδειγμα. Και ακριβώς η ματιά του Μόσχου στα πάθη των ανθρώπων στο πλαίσιο μιας κοινωνίας υπό διαρκή επιτήρηση, όπως αυτή κατά την Επταετία και όχι μόνον, επικεντρώνεται. Πρόκειται για ανθρώπους συχνά της «διπλανής πόρτας», εμ-παθείς με την εξουσία που στηρίζεται σε ένα πλέγμα αποκλεισμών και ανάλογων προκρίσεων. Δεν διστάζουν αν φτάσουν σε συμπεριφορές εγκληματικές ή και να διαπράξουν εγκλήματα, φόνο για λόγους εκδίκησης, όπως στο εν λόγω μυθιστόρημα. Μέσω αυτών των συμπεριφορών, των παραβατικών για τα μέτρα του ανθρωπισμού και του ανθρώπου, ο Μόσχος ακτινογραφεί τα πάθη του κοινωνικού συνόλου, αλλά και τα πάθη των ανθρώπων, όπως, άλλωστε, οι καλύτερες στιγμές των νουάρ μυθιστορημάτων πράττουν, σε διάλογο με τη μικροïστορία των παθών.
Κλείνει, έτσι, το μάτι στον αναγνώστη και τον παρασύρει, με διαλόγους κρουστούς και πλοκή που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον, σε μια ακτινογραφία μιας περιόδου της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, που, πάντως, δεν έχει ακόμα εν πολλοίς επιστημονικά μελετηθεί. Προφανώς, «κανείς δεν πρέπει να σιωπά όταν βλέπει τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα», όπως η οιονεί ακροτελεύτια φράση του κατορθωμένου μυθιστορήματος του Μόσχου, που εξελίσσεται με ταχύτητα κινηματογραφική και γερά κρυμμένους τους αρμούς του, αρμοδίως μάς προειδοποιεί σε τούτο το μυθιστόρημα. Και μας κρατά εν εγρηγόρσει. Γιατί κοινωνία υπό επιτήρηση, σε μια κατάσταση εξαίρεσης, δεν ήταν απλώς αυτή κατά την Επταετία.
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ,
Γράφει ο Ηλίας Καφάογλου, Αναγνώστης
To μαύρο παρακράτος γράφει ο Μάρκος Κρητικός στην Αυγή
Με το δεύτερο μυθιστόρημά του «Και οι τέσσερις ήταν απαίσιοι», ένα σκοτεινό πολιτικό νουάρ που είναι αντικαθεστωτικό και αντιεξουσιαστικό, ο Γιάννης Μόσχος μας μεταφέρει στη γενέτειρά του, στη Μαγνησία του 1975.
(...) Ενα σκοτεινό πολιτικό νουάρ που, όπως το μαύρο λατινοαμερικανικό μυθιστόρημα (novela negra), του οποίου ακολουθεί βασικές νόρμες, είναι αντικαθεστωτικό και αντιεξουσιαστικό, με πρωταγωνιστές οι οποίοι προδομένοι και απογοητευμένοι από την πολιτική κατάσταση στη χώρας τους μάχονται με τους εσωτερικούς τους δαίμονες και το καθολικά διεφθαρμένο κράτος. Ο συγγραφέας συνυφαίνει τη μυθοπλασία της αστυνομικής ίντριγκας με ιστορικά γεγονότα της εποχής και αποτυπώνει ρεαλιστικά την τοιχογραφία μιας αποπροσανατολισμένης κοινωνίας με εκμαυλιστικά πρότυπα, όπου κυριαρχούν η κρατική αυθαιρεσία, ο τυχοδιωκτισμός και ο φόβος ως κατάλοιπα του απολυταρχικού καθεστώτος. Το μυθιστόρημα αποτελείται από τέσσερα μέρη -ένα για κάθε «απαίσιο»- και η αφήγηση, σκληρή στις σκηνές βίας και λυρική στις ενδοσκοπήσεις του πρωταγωνιστή, δεν είναι γραμμική, αλλά συστρέφεται γύρω από πρόσωπα και γεγονότα της πλοκής, αποκαλύπτοντας σταδιακά τα κοινά σημεία των φαινομενικά ασύνδετων ιστοριών, ένα τέχνασμα που κλιμακώνει υποδειγματικά την αγωνία του αναγνώστη μέχρι την ευρηματική λύση του αστυνομικού γρίφου.
Η ελληνική αστυνομική λογοτεχνία έχει ανάγκη από τέτοιου είδους εγχειρήματα. Η εποχή της δικτατορίας των συνταγματαρχών δεν έχει απασχολήσει ιδιαίτερα τους Έλληνες συγγραφείς του είδους. Ίσως γιατί στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης και μέχρι το τέλος του προηγούμενου αιώνα, που οι επώδυνες μνήμες της Χούντας ήταν ακόμα νωπές, το ελληνικό αστυνομικό ήταν στην αφάνεια με πολύ μικρή ετήσια εκδοτική παραγωγή, στοιχείο που δεν επέτρεψε στο πολιτικό νουάρ να αναπτυχθεί ως είδος, όπως σε άλλες χώρες.Όμως στην ταραγμένη εποχή μας, με τα γνωστά κοινωνικά προβλήματα που έχουν οδηγήσει στη θλιβερή άνοδο της Ακροδεξιάς, γίνεται επιτακτική η ανάγκη μιας συλλογικής αφήγησης της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου μας ως μέσου συνεχούς κοινωνικής επαγρύπνησης, γιατί τα σημαντικά βιβλία γράφονται για περιόδους που δεν θέλουμε να θυμόμαστε, αλλά ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε.
Διαβάστε την παρουσίαση εδώ
γράφει ο Μ. Κρητικός, εφημ. Αυγή (13/1/02024)
Διαβάστε εδώ το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου. Διαβάστε εδώ μια συνέντευξη του συγγραφέα στον Αντώνη Γαζάκη για το maginalia.gr και εδώ την ενθουσιώδη παρουσίαση του βιβλίου επίσης από τον Αντώνη Γαζάκη και εδώ μια συνέντευξη στο pelop.gr (της εφήμ. Πελοπόννησος (31/05/2021). Διαβάστε επίσης δύο διαφωτιστικές συνεντεύξεις, τη μία στο περιοδικό caso pensato (6/2021) και την άλλη στον Αλέξανδρο Στεργιόπουλο για το periodiko.gr (4/6/2021). Τέλος, διαβάστε εδώ μια παρουσίαση του βιβλίου στην εφημερίδα Θεσσαλία (7/7/2021).
Ακούστε εδώ τον συγγραφέα να μιλάει για το βιβλίο του «Σε Πρώτο Πρόσωπο στο Δεύτερο Πρόγραμμα» (17/11/2021, επιμέλεια Δημήτρης Μεϊδάνης) και εδώ να συνομιλεί με τον Νότη Ανανιάδη στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ (18/12/2021).
Παρακολουθείστε εδώ την παρουσίαση του βιβλίου στο βιβλιοπωλείο "Επικεντρον", το οποίο παρουσίασαν οι συγγραφείς Μάρκος Κρητικός και Χίλντα Παπαδημητρίου (Σάββατο 25/9/2021).