Φθινόπωρο του 1986. Ο ∆ιονύσης Έξαρχος υπηρετεί στο Τµήµα Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής, έχοντας µόλις προαχθεί σε υπαστυνόµο Α. Βρίσκεται σε δεκαήµερη άδεια και αναχωρεί για τη νότια Πελοπόννησο, σκοπεύοντας να απολαύσει τις παραλίες της µε την εντούρο µηχανή του. Φτάνοντας στο χωριό Συράγγελο της Μάνης, γνωρίζει τυχαία έναν χωρικό, τον Αργύρη, τη γυναίκα του και τη µοναχοκόρη τους Σοφία.
Το Συράγγελο, µια ανδροκρατούµενη µικρή κοινωνία, βρίσκεται σε πλήρη µαρασµό µετά το νέο κύµα αστυφιλίας. Όταν ανακαλύπτουν το πτώµα του Αργύρη σε έναν ελαιώνα, όλα δείχνουν ότι αυτοκτόνησε. Ο ∆ιονύσης, όµως, υποψιάζεται ότι τον δολοφόνησαν και ζητά από την υπηρεσία του να αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης.
Παράλληλα θα αναπτύξει µια ιδιαίτερη σχέση µε την κόρη του θύµατος, που ζει εσώκλειστη και αποµονωµένη. Σύντοµα ακόµα δύο πρόσωπα-κλειδιά θα δολοφονηθούν και το µυστήριο θα εµπλέξει και τη Σοφία, εγκλωβίζοντας αναπόφευκτα τον ∆ιονύση στο ηθικό δίληµµα της κάλυψης ή µη ενός πιθανού ενόχου.
Το τελευταίο κορίτσι είναι ένα αστυνοµικό µυθιστόρηµα που εµπνέεται από την προσπάθεια µιας νεαρής κοπέλας να απαγκιστρωθεί από την ασφυκτική κοινότητα όπου ζει. Ταυτόχρονα, ανατέµνει τον κοινωνικό χάρτη της επαρχιακής Ελλάδας στη δεκαετία του ’80 και ανασύρει τις βαθύτερες αιτίες που σταδιακά τα επόµενα χρόνια υπέσκαψαν και µόλυναν το υπέδαφος µιας, ηθικά κυρίως, καταχρεωµένης χώρας.
Το μυθιστόρημα στις επιλογές του Μάρκου Κρητικού με τα καλύτερα αστυνομικά του 2022
(...) Ένα πρωτότυπο, μη αστικό αστυνομικό μυθιστόρημα με ελληνική ταυτότητα. Ο συγγραφέας με κινηματογραφική γραφή και υποδειγματική κλιμάκωση του σασπένς στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, οδηγεί την υπόθεση σε μια ανατρεπτική λύση που ορίζει το πεπρωμένο μιας τραγικής ηρωίδας του. Πιο δυνατό στοιχείο του μυθιστορήματος, η πειστική ανατομία των παθογενειών της ελληνικής επαρχίας τη δεκαετία του ΄80, που τροφοδοτούσαν μεταξύ άλλων, η κατάχρηση εξουσίας και η διαφθορά των τοπικών αρχόντων. Ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Γιώργος Ξανθόπουλος δημιουργεί αίσθηση στο συγγραφικό του ντεμπούτο, με ένα από τα πιο ενδιαφέροντα ελληνικά αστυνομικά μυθιστορήματα της χρονιάς που μας πέρασε.
Το πρώτο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθόπουλου, έχει τις αρετές ενός σεναρίου, αφού ο συγγραφέας του δραστηριοποιείται με επιτυχία στη σκηνοθεσία μεγάλου μήκους ταινιών. Και πράγματι αυτή η αποθησαυρισμένη ευδόκιμη εμπειρία στον κινηματογράφο και στη σεναριακή γραφή αξιοποιείται ολοφάνερα στο παρόν βιβλίο. Οι περιγραφές είναι καίριες, ώστε να αναπαρίσταται εύστοχα ο τόπος του μυθιστορηματικού σκηνικού, η πλοκή έχει συνοχή, ανατροπές και εκπλήξεις, ως οφείλει να έχει κάθε αστυνομικό μυθιστόρημα, οι πρωτεύοντες χαρακτήρες σκιαγραφούνται αδρά, αλλά με τρόπο ώστε να υπηρετείται οργανικά η σκηνική δράση, ενώ οι παρεισδύουσες στο κείμενο αναφορές στο φαύλο παραλυτικό κλίμα της δεκαετίας του ογδόντα αποδίδουν την διάχυτη υφέρπουσα ατμόσφαιρα αριβισμού, ηθικής κατάπτωσης και σήψης της εποχής. Ο αναγνώστης λοιπόν παρακολουθεί σαν σε οθόνη τα δραματικά γεγονότα να συμβαίνουν το ένα μετά το άλλο σε ένα μικρό χωριό της Μάνης, ξεχασμένο από την πολιτεία και εγκαταλειμμένο από τους κατοίκους του. Κυρίως τους νέους. Από την πρώτη σελίδα του βιβλίου που λειτουργεί σαν προανάκρουσμα, αντιλαμβάνεται τον σκοτεινό δυσοίωνο χαρακτήρα των περιστατικών που πρόκειται να ακολουθήσουν και καθώς ξεκινά η κυρίως αφήγηση του μυθιστορήματος που εκτυλίσσεται σε δύο μέρη με τους εύγλωττους τίτλους «ποιος» και «γιατί», μια νοητή μηχανή προβολής παίρνει εμπρός. (...)
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
Γράφει η Μαρία Μοίρα, Αυγή Αναγνώσεις (08.01.2023)
Συνέντευξη στον Κώστα Στοφόρο για τον Δρόμο της Αριστεράς
«Ο κόσμος έχει εθιστεί στο έγκλημα, στο να βλέπει το έγκλημα και συνεπαγωγικά να διαβάζει γι’ αυτό. Προσωπικά θα έλεγα ότι με απωθεί βαθύτατα όλη αυτή η εκμετάλλευση της βίας από τα ΜΜΕ»
«Το τελευταίο κορίτσι» του Γιάννη Ξανθόπουλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Τόπος» μάς μεταφέρει στη Μάνη της δεκαετίας του ’80, όπου ένας αστυνομικός πηγαίνει να περάσει τις διακοπές του, όμως τα γεγονότα θα τον αναγκάσουν όχι μόνο να αναλάβει δράση αλλά να βρεθεί και μπροστά σε μεγάλα ηθικά και προσωπικά διλήμματα.
Για μια ακόμη φορά, με τον μανδύα ενός αστυνομικού μυθιστορήματος, ένας συγγραφέας καταφέρνει να αποτυπώσει με ακρίβεια τον κοινωνικό περίγυρο και ειδικά μέσα σε μια κλειστή κοινωνία. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος ο ίδιος μέσα από μια έντονα κινηματογραφική αφήγηση καταφέρνει πράγματι να μας κρατήσει σε αγωνία μέχρι την τελευταία σελίδα, τόσο ως προς τα πραγματικά γεγονότα, όσο και προς την τύχη των ηρώων.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα δείγματα ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας που διαβάσαμε τη χρονιά που φεύγει. Μιας αστυνομικής λογοτεχνίας που βρίσκεται σε συνεχώς ανοδική πορεία.
Ποια είναι η έμπνευση πίσω από το πρώτο σας αυτό μυθιστόρημα; Υπάρχει κάποια πραγματική ιστορία;
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 έζησα για δύο χρόνια στην επαρχία, σε ένα σπιτάκι λίγα χιλιόμετρα έξω από ένα χωριό της Αργολίδας στο οποίο ήταν δασκάλα η σύζυγός μου. Κοντά στο σπίτι μας, σε ένα άλλο χωριατόσπιτο απομονωμένο, ζούσε μια οικογένεια – πατέρας, μάνα και κόρη. Το κορίτσι ήταν 19 χρονών και σπανίως έβγαινε στο χωριό. Με τον καιρό αποκτήσαμε κάποιες φιλικές σχέσεις με την οικογένεια. Η κοπέλα ήταν πανέμορφη, «της παντρειάς» όπως μας έλεγε περήφανα η μάνα. Ο πατέρας δεν την άφηνε να τριγυρνά μονάχη στο χωριό μην τυχόν και την «βατέψουν» όπως έλεγε. Το κορίτσι ζούσε έγκλειστο επί της ουσίας, μακριά από την κοινωνία του χωριού και δικαίως διαμαρτυρόταν στον πατέρα της πως αν δεν κυκλοφορούσε δεν επρόκειτο να βρεθεί γαμπρός.
Το μυθιστόρημά μου έχει σαν βάση αυτές τις εμπειρίες που μάζεψα εκείνα τα χρόνια από την επαρχιακή ζωή. Η αστυνομική πλοκή είναι δικό μου εφεύρημα. Όμως το κοινωνικό περιβάλλον είναι αντίγραφο εκείνου του χωριού που έζησα στην Αργολίδα.
Διαβάστε όλη την συνέντευξη εδώ
Κώστας Στοφόρος, Δρόμος Αριστεράς (23.12.2022)
Παρουσίαση από τον Γιάννη Καλογερόπουλο
(...) Άκρως λειτουργικός και έξυπνος είναι και ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας, δια μέσου ενός παντογνώστη αφηγητή, εισάγει τον Έξαρχο στην τοπική κοινωνία και παρεπόμενα στην πλοκή, εκμεταλλευόμενος πλήρως την επαγγελματική του ταυτότητα, που εγείρει αντιφατικά συναισθήματα, τόσο από την πλευρά του ήρωα και των ντόπιων, όσο και από την πλευρά του αναγνώστη. Η ομαλή αυτή ένταξη επιτρέπει τη δημιουργία βεβαιοτήτων και υποθέσεων σχετικά με την ταυτότητα του δολοφόνου, γεγονός απαραίτητο για την ανάγνωση. Ο Ξανθόπουλος εκμεταλλεύεται σε μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά του τόπου και κυρίως τη σκιά που το φυσικό κάλλος κατά τους ζεστούς μήνες της τουριστικής περιόδου δημιουργεί, όταν και οι τελευταίοι επισκέπτες αποχωρούν και ο χειμώνας στρώνει το χαλί της ασφυκτικής τοπικής κοινωνίας, με τις ιδιαιτερότητες και τα προβλήματά της, όσα ο περαστικός ταξιδιώτης αδυνατεί να διακρίνει, ωραιοποιώντας τη ζωή στο χωριό, παρότι δεν του είναι ανοίκεια όταν έρχεται αντιμέτωπος με αυτά στο πλευρό του Έξαρχου. Δεν είναι τυχαία η επιλογή αυτή, κάθε άλλο μάλιστα. Ο τόπος και οι ιδιαιτερότητές του προσφέρουν επιπλέον εμβαδό συμμετοχής για τον Έλληνα αναγνώστη, κάτι που λειτουργεί καθοριστικά στην αναγνωστική πρόσληψη σ' ένα είδος που εν πολλοίς έχει ταυτιστεί με μέρη μακρινά και ελάχιστα οικεία, με καθοριστική συμμετοχή στην πλοκή. Ο συγγραφέας εδώ δεν ποντάρει στον εξωτισμό αλλά στην εγγύτητα του σκηνικού. Ο Ξανθόπουλος δεν υποκύπτει στη σαγήνη της υπερβολής εις βάρος της αληθοφάνειας και του ρεαλισμού, γεγονός που ωστόσο εγείρει διαφορετικού τύπου πραγματολογικές απαιτήσεις, στις οποίες ο συγγραφέας ανταποκρίνεται επιτυχώς. Καθοριστικό κατασκευαστικά αποδεικνύεται επίσης και το γεγονός πως ο συγγραφέας μοιάζει να γνωρίζει ήδη από την αρχή της αφήγησης το πώς αυτή θα ολοκληρωθεί, πού θα μπει η λέξη τέλος, χωρίς να αρκείται στη διαλεύκανση της υπόθεσης, υπενθυμίζοντας πως το αστυνομικό σκέλος υπήρξε εξ αρχής η αφορμή.
Το τελευταίο κορίτσι είναι ένα καλογραμμένο αστυνομικό μυθιστόρημα, που διαθέτει αρκετές από τις αρετές του είδους καταφέρνοντας παράλληλα να ξεπεράσει με σχετική ευκολία αρκετούς από τους περιορισμούς και τις δυσκολίες του. Προσδοκίες υπερκαλυμμένες.
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
Γ. Καλογερόπουλος, no14me.blogspot.com (25/05/2023)
Παρουσίαση στη Bookpress από τη Χίλντα Παπαδημητρίου
(...) Το Τελευταίο Κορίτσι είναι ένα ιδιαίτερα καλοστημένο μυθιστόρημα, χωρίς κενά στην πλοκή, γραμμένο με απλή κι όχι λογοτεχνίζουσα γλώσσα. Είναι προφανές ότι ο συγγραφέας ήξερε τι ήθελε να αφηγηθεί και πώς να το αφηγηθεί. Και δεν δοκίμασε να κολλήσει στο τέλος ένα happy end, που θα ξενέρωνε τον αναγνώστη.
Χίλντα Παπαδημητρίου Bookpress 9/06/2023
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ
Διαβάστε εδώ τις πρώτες σελίδες του βιβλίου.
Ακούστε εδώ τον συγγραφέα να μιλάει για το Τελευταίο κορίτσι στο Πρώτο πρόγραμμα της ΕΡΤ, στην εκπομπή "Έχουμε και λέμε" του Στέλιου Βραδέλη και του Γιώργου Πίκουλα (1/11/2022) και εδώ τη συνέντευξη στη Μαρκέλλα Μικέλη, στο Ράδιο Ε103, στην εκπομπή Αρχίζουν από "Ε".
Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του συγγραφέα στη Bookpress (6/12/2022). Εδώ η παρουσίαση του βιβλίου στο bibliodeiktis.gr από τον Δημήτρη Μουρατίδη (6/1/2022), όπου μπορείτε να ακούσετε και ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα. Επίσης, διαβάστε εδώ μια κριτική του Γιώργου Θεοχάρη (14.12.2022) και εδώ την κριτική του Κώστα Μπαλαχούτη για το ogdoo.gr (27/03/2023).
Ο συγγραφέας μιλάει στην καμερα του βιβλιοπωλείου ΙΑΝOS και στον Νίκο Θρασυβούλου για το βιβλίο του (07.11.22).
Παρακολουθήστε εδώ την παρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα τη Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2022, στο καφέ «Κήπος του Μουσείου» στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Ομιλητές: Ζωή Γιαννακούρου, ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Απόστολος Δοξιάδης, συγγραφέας, Κώστας Καλημέρης, κριτικός λογοτεχνίας-συγγραφέας, Τάσος Μπουλμέτης, σκηνοθέτης. Αποσπάσματα από το βιβλίο διάβασε o συγγραφέας.