Μάγκες, κορίτσια και «Θρύλος»
Ενα οδοιπορικό στο λιμάνι μέσα από τα μάτια ενός μαθητή της δεκαετίας του ‘50. Οι ρεμπέτες και οι άσοι των γηπέδων, οι πόρνες και οι άστεγοι, η ακροβάτις Λίλι και οι «γίγαντες» του κατς
του Γιάννη Μπασκόζου
Τα λιμάνια κρατούν σφιχτά τους μύθους και τα μυστικά τους. Οσοι έχουν γεννηθεί σε λιμάνι, ακόμη και αν έχουν ξενιτευτεί μακριά, δεν σταματούν να προσκυνούν στη μνήμη του. Τα λιμάνια ασκούν μια περίεργη γοητεία στους συγγραφείς - το γνωρίζουμε και από τον κινηματογράφο. Το λιμάνι του Πειραιά το έχουν λατρέψει πολλοί λογοτέχνες: ο Λάμπρος Πορφύρας, ο Παύλος Νιρβάνας, ο Σπύρος Μελάς, ο Χρήστος Λεβάντας, ο Δημοσθένης Βουτυράς, αλλά και ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Δημήτρης Ροντήρης, ο Εμμανουήλ Κριαράς...
Ο νεότερος Διονύσης Χαριτόπουλος καταθέτει με τη σειρά την αγάπη του για τον γενέθλιο τόπο και ξεδιπλώνει την ανθρωπογεωγραφία του Πειραιά με όλες τις πτυχές της σε αυτό το βιβλίο, εν μέρει αυτοβιογραφικό, με τίτλο Εκ Πειραιώς (εκδ. Τόπος).
Είμαστε στο 1955. Ενα αλάνι γυρνάει τον Πειραιά από άκρη σε άκρη, βλέπει, μετέχει και καταγράφει εμπειρίες, άλλοτε σκληρές και άλλοτε γλυκές σαν κουρκουμπίνια. Αναφέρει και γεγονότα που έγιναν αργότερα που τα ενσωματώνει πρωθύστερα στην προσωπική του μυθολογία. Το αγόρι, που είναι ο ίδιος ο συγγραφέας - ως μαθητής Δημοτικού -, χαρτογραφεί τον Πειραιά μαζί με τους ανθρώπους και τις συνήθειές τους. Στο λιμάνι, «ένα ανοιχτό στόμα για να τραφεί η χώρα», εισέρχονται τα καράβια που φέρνουν προϊόντα αλλά και οι άνθρωποι που εκδιώχθηκαν από τα μικρασιατικά παράλια και οι άλλοι φτωχοί από τα νησιά και την επαρχία που ήρθαν εδώ κυνηγώντας την επιβίωση.
Ενα παιδί, λέει ο συγγραφέας, για να ξεκινήσει τη ζωή του στο λιμάνι ήθελε τρία πράγματα: να μπλέξει σε αληθινό καβγά με αίματα, να φιλήσει ένα κορίτσι και να δει τον Ολυμπιακό στη Μάντρα, ένα ποδηλατοδρόμιο που ήταν η έδρα της ομάδας. Ο Χαριτόπουλος ξεκινά την περιήγησή του από τη γειτονιά του, τα σκληρά Μανιάτικα. Μια περιοχή όπου ο θάνατος έπαιζε κρυφτούλι με τους άνδρες και οι γυναίκες το είχαν για καμάρι.
Εκεί, στα Μανιάτικα, το αλάνι του Χαριτόπουλου θα γνωρίσει και τα τρία: θα μπει «τρέχοντας» σε μια πρώιμη ενηλικίωση, αφού θα μπλέξει σε αληθινό καβγά, θα έχει την πρώτη του εμπειρία με κορίτσι και θα καταφέρει να εισχωρήσει στη Μάντρα για να δει τον θρυλικό Μπέμπη, τον Μουράτη, τον Δαρίβα, τον Κοτρίδη και τον Σούλη.
Από τα Μανιάτικα θα κατηφορίσει στην Αγία Σοφία και στην Παλαμηδίου, στα τότε κέντρα του Περιμένη, του Κορδονούρη, του Κοτσιοβόλη του Χαρτοφύλακα και του Νάστου, για συναντήσει έναν κόσμο περίεργο, μυθικό και εσωστρεφή, αυτόν του ρεμπέτικου. Εκεί συχνάζει το «ανφάν γκατέ»: «Ο ψηλέας Παπαϊωάννου, πρώην βαρκάρης και τερματοφύλακας, ο γκραντ κουστουμάκιας Γεννίτσαρης, γέννημα θρέμμα της Αγια-Σοφίας, ο αρβανιτόμαγκας της Κούλουρης Νίκος Μάθεσης ή Τρελλάκιας, που δεν παίζει κανένα όργανο, μόνο γράφει στίχους, ο σένιος και ήμερος Μητσάκης, ο χαμογελαστός Κούλης Σκαρπέλης και ο τσαρλατάνος Μπάτης με το παπιγιόν, που πουλάει γιατροσόφια στις γυναίκες, όπως και ο Κώστας Καπλάνης, που έχει κουρείο».
Το Βήμα, 11/11/2012
Διαβάστε όλη την παρουσίαση εδώ. |